„σιδερόβεργα“: θηλυκό σιδερόβεργα [siðeˈroverɣa]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Eisenstange Eisenstangeθηλυκό | Femininum, weiblich f σιδερόβεργα σιδερόβεργα