„σιγοψιθυρίζω“: μεταβατικό ρήμα | αμετάβατο ρήμα σιγοψιθυρίζω [siɣopsiθiˈrizo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t &αμετάβατο ρήμα | intransitives Verb v/i <-σα> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) summen summen σιγοψιθυρίζω τραγούδι σιγοψιθυρίζω τραγούδι