σιγή
[siˈji]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- σιγή ησυχία
- Schweigenουδέτερο | Neutrum, sächlich nσιγή σιωπήσιγή σιωπή
examples
- σιγή ασυρμάτουFunkstilleθηλυκό | Femininum, weiblich f