„Σερβικά“: πληθυντικός ουδετέρου Σερβικά [serviˈka]πληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl, Σέρβικα [ˈservika]πληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Serbisch Serbischουδέτερο | Neutrum, sächlich n Σερβικά Σερβικά