„σαπωνίτης“: αρσενικό σαπωνίτης [sapoˈnitis]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Speckstein Specksteinαρσενικό | Maskulinum, männlich m σαπωνίτης σαπωνίτης