„Σαξονίδα“: θηλυκό Σαξονίδα [saksoˈniða]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Sächsin Sächsinθηλυκό | Femininum, weiblich f Σαξονίδα Σαξονίδα