„σίφουνας“: αρσενικό σίφουνας [ˈsifunas]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Windhose Windhoseθηλυκό | Femininum, weiblich f σίφουνας σίφουνας examples κάνω κάτι σα σίφουνας etwas in Windeseile tun κάνω κάτι σα σίφουνας