„σέρφερ“: αρσενικό και θηλυκό σέρφερ [ˈserfer]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Surfer (Wind-)Surferαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f σέρφερ αθλητισμός | Sportαθλ σέρφερ αθλητισμός | Sportαθλ