„σάτυρος“: αρσενικό σάτυρος [ˈsatiros]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Satyr Satyrαρσενικό | Maskulinum, männlich m σάτυρος μυθολογία | Mythologieμυθ σάτυρος μυθολογία | Mythologieμυθ