„ραδιούργος“: επίθετο, ως επίθετο ραδιούργος [raðiˈurɣos]επίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj, ραδιούργα, ραδιούργο Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) intrigant intrigant ραδιούργος ραδιούργος „ραδιούργος“: αρσενικό και θηλυκό ραδιούργος [raðiˈurɣos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Intrigant Intrigantαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f ραδιούργος ραδιούργος