ραδιοθεραπεία
[raðioθeraˈpia]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Strahlentherapieθηλυκό | Femininum, weiblich fραδιοθεραπεία ιατρική | MedizinιατρRöntgenbehandlungθηλυκό | Femininum, weiblich fραδιοθεραπεία ιατρική | Medizinιατρραδιοθεραπεία ιατρική | Medizinιατρ