„πουλιέται“: μεσοπαθητικό ρήμα πουλιέται [puˈʎete]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) verkäuflich sein verkäuflich sein πουλιέται πουλιέται