πολυτάλαντος
[poliˈtalandos]επίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj, πολυτάλαντη, πολυτάλαντοOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- wandlungsfähigπολυτάλαντος ηθοποιόςπολυτάλαντος ηθοποιός
πολυτάλαντος
[poliˈtalandos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Multitalentουδέτερο | Neutrum, sächlich nπολυτάλαντοςπολυτάλαντος