πολυκατοικία
[polikatiˈkjia]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Hochhausουδέτερο | Neutrum, sächlich nπολυκατοικία πολύ ψηλήπολυκατοικία πολύ ψηλή
- Mehrfamilienhausουδέτερο | Neutrum, sächlich nπολυκατοικία μικρήπολυκατοικία μικρή