πλέξιμο
[ˈpleksimo]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Strickenουδέτερο | Neutrum, sächlich nπλέξιμο με βελόνεςπλέξιμο με βελόνες
- Häkelnουδέτερο | Neutrum, sächlich nπλέξιμο με το βελονάκιπλέξιμο με το βελονάκι
- Flechtenουδέτερο | Neutrum, sächlich nπλέξιμο καλαθιούπλέξιμο καλαθιού
examples
- πλέξιμο χαντρώνPerlenstickereiθηλυκό | Femininum, weiblich f