„περιδιαβάζω“: αμετάβατο ρήμα περιδιαβάζω [periðjaˈvazo]αμετάβατο ρήμα | intransitives Verb v/i Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) schlendern schlendern περιδιαβάζω περιδιαβάζω