„παρμπρίζ“: ουδέτερο παρμπρίζ [parˈbriz]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Windschutzscheibe Windschutzscheibeθηλυκό | Femininum, weiblich f παρμπρίζ παρμπρίζ