„παρατσούκλι“: ουδέτερο παρατσούκλι [paraˈtsukli]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Spitzname Spitznameαρσενικό | Maskulinum, männlich m παρατσούκλι παρατσούκλι