„παρασύρομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα παρασύρομαι [paraˈsirome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) sich hinreißen lassen, erfasst werden, driften sich hinreißen lassen παρασύρομαι παρασύρομαι erfasst werden παρασύρομαι από όχημα παρασύρομαι από όχημα driften παρασύρομαι ναυτικός όρος | Nautik, Schifffahrtναυτ παρασύρομαι ναυτικός όρος | Nautik, Schifffahrtναυτ