„παρασκήνια“: πληθυντικός ουδετέρου παρασκήνια [paraˈskjinia]πληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural nplκαι | und κ. μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Kulissen Kulissenπληθυντικός θηλυκού | Femininum Plural fpl παρασκήνια παρασκήνια