παρέλαση
[paˈrelasi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Festzugαρσενικό | Maskulinum, männlich mπαρέλασηπαρέλαση
- Paradeθηλυκό | Femininum, weiblich fπαρέλαση στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστρατπαρέλαση στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστρατ
examples
- παρέλαση καρναβαλιούFastnachtsumzugαρσενικό | Maskulinum, männlich m