„παπαρούνα“: θηλυκό παπαρούνα [papaˈruna]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Mohnblume, Mohn Mohnblumeθηλυκό | Femininum, weiblich f παπαρούνα Mohnαρσενικό | Maskulinum, männlich m παπαρούνα παπαρούνα