„παπαγάλος“: αρσενικό παπαγάλος [papaˈɣalos]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Papagei Papageiαρσενικό | Maskulinum, männlich m παπαγάλος παπαγάλος