„Παντοκράτορας“: αρσενικό Παντοκράτορας [pandoˈkratoras]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) der Allmächtige examples ο Παντοκράτορας der Allmächtige ο Παντοκράτορας