„πανσές“: αρσενικό πανσές [panˈses]αρσενικό | Maskulinum, männlich m <-έδες> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Stiefmütterchen Stiefmütterchenουδέτερο | Neutrum, sächlich n πανσές πανσές