πάγκος
[ˈpaŋgos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- (Sitz-)Bankθηλυκό | Femininum, weiblich fπάγκος παγκάκιπάγκος παγκάκι
- Thekeθηλυκό | Femininum, weiblich fπάγκος σε κατάστημα, σε μπαρπάγκος σε κατάστημα, σε μπαρ
- Ladentischαρσενικό | Maskulinum, männlich m.πάγκος πλανόδιου πωλητήπάγκος πλανόδιου πωλητή
examples
- πάγκος αγοράςMarktstandαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- πάγκος αναπληρωματικών αθλητισμός | SportαθλAuswechselbankθηλυκό | Femininum, weiblich f
- πάγκος αναπληρωματικών παικτών αθλητισμός | SportαθλReservebankθηλυκό | Femininum, weiblich f
hide examplesshow examples