ορχήστρα
[orˈçistra]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Orchesterουδέτερο | Neutrum, sächlich nορχήστραορχήστρα
- Kapelleθηλυκό | Femininum, weiblich fορχήστρα ελαφράς μουσικήςορχήστρα ελαφράς μουσικής
examples
- ορχήστρα δωματίουKammerorchesterουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- ορχήστρα εγχόρδων οργάνωνStreichorchesterουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- ορχήστρα πνευστώνBlaskapelleθηλυκό | Femininum, weiblich fBlasorchesterουδέτερο | Neutrum, sächlich n