οπλοστάσιο
[oploˈstasio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Arsenalουδέτερο | Neutrum, sächlich nοπλοστάσιοWaffenarsenalουδέτερο | Neutrum, sächlich nοπλοστάσιοοπλοστάσιο
- Waffenkammerθηλυκό | Femininum, weiblich fοπλοστάσιο δωμάτιοοπλοστάσιο δωμάτιο