ονειροπολώ
[oniropoˈlo]αμετάβατο ρήμα | intransitives Verb v/i <-είς; -ησα>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- träumen, vor sich hinträumenονειροπολώ κάνω όνειραονειροπολώ κάνω όνειρα
Thank you for your feedback!