„ομπρελοθήκη“: θηλυκό ομπρελοθήκη [ombreloˈθikji]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Schirmständer Schirmständerαρσενικό | Maskulinum, männlich m ομπρελοθήκη ομπρελοθήκη