„ΟΑΕΔ“: αρσενικό | βραχυγραφία ΟΑΕΔ [oaˈeð]αρσενικό | Maskulinum, männlich mβραχυγραφία | Abkürzung abk (= Οργανισμός Δημόσιας Απασχόλησης) Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Agentur für Arbeit Agenturθηλυκό | Femininum, weiblich f für Arbeit ΟΑΕΔ ΟΑΕΔ