„Ξενοφώντας“: αρσενικό Ξενοφώντας [ksenoˈfondas]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Xenophon Xenophonαρσενικό | Maskulinum, männlich m Ξενοφώντας Ξενοφώντας