„Ξανθίππη“: θηλυκό Ξανθίππη [ksanˈθipi]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Xanthippe Xanthippeθηλυκό | Femininum, weiblich f Ξανθίππη μυθολογία | Mythologieμυθ Ξανθίππη μυθολογία | Mythologieμυθ