„ξίφος“: ουδέτερο ξίφος [ˈksifos]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Schwert Schwertουδέτερο | Neutrum, sächlich n ξίφος ξίφος examples ξίφος ξιφασκίας Florettουδέτερο | Neutrum, sächlich n ξίφος ξιφασκίας