„ντραμς“: πληθυντικός ουδετέρου ντραμς [drams]πληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Schlagzeug Schlagzeugουδέτερο | Neutrum, sächlich n ντραμς ντραμς