νταής
[daˈis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Kraftprotzαρσενικό | Maskulinum, männlich mνταήςνταής
- Schlägertypαρσενικό | Maskulinum, männlich mνταής επιθετικόςνταής επιθετικός