„Νοτιογερμανή“: θηλυκό Νοτιογερμανή [notiojermaˈni]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Süddeutsche Süddeutscheθηλυκό | Femininum, weiblich f Νοτιογερμανή Νοτιογερμανή