νεροχύτης
[neroˈçitis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- (Ab-)Waschbeckenουδέτερο | Neutrum, sächlich nνεροχύτηςSpülbeckenουδέτερο | Neutrum, sächlich nνεροχύτηςSpüleθηλυκό | Femininum, weiblich fνεροχύτηςνεροχύτης