„μπαγκαζιέρα“: θηλυκό μπαγκαζιέρα [bagaˈzjera]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Anhänger, Trailer Anhängerαρσενικό | Maskulinum, männlich m μπαγκαζιέρα αυτοκίνητο | Autoαυτοκ Trailerαρσενικό | Maskulinum, männlich m μπαγκαζιέρα αυτοκίνητο | Autoαυτοκ μπαγκαζιέρα αυτοκίνητο | Autoαυτοκ