„μνα“: θηλυκό μνα [mna]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Mine Mineθηλυκό | Femininum, weiblich f μνα μυθολογία | Mythologieμυθ μνα μυθολογία | Mythologieμυθ