„μενταγιόν“: ουδέτερο μενταγιόν [mendaˈjon]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Medaillon Medaillonουδέτερο | Neutrum, sächlich n μενταγιόν μενταγιόν