„Μαυριτανία“: θηλυκό Μαυριτανία [mavritaˈnia]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Mauretanien Mauretanienουδέτερο | Neutrum, sächlich n Μαυριτανία Μαυριτανία