„Μαυρίκιος“: αρσενικό Μαυρίκιος [maˈvrikjios]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Mauritius Mauritiusουδέτερο | Neutrum, sächlich n Μαυρίκιος Μαυρίκιος