„μαραγκός“: αρσενικό και θηλυκό μαραγκός [maraŋˈgos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Tischler, Schreiner Tischlerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f μαραγκός Schreinerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f μαραγκός μαραγκός