„Μαδαγασκάρη“: θηλυκό Μαδαγασκάρη [maðaɣasˈkari]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Madagaskar Madagaskarουδέτερο | Neutrum, sächlich n Μαδαγασκάρη Μαδαγασκάρη