λυχνία
[lixˈnia]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Glühbirneθηλυκό | Femininum, weiblich fλυχνία λαμπτήραςλυχνία λαμπτήρας
- Röhreθηλυκό | Femininum, weiblich fλυχνία τηλεοράσεωςλυχνία τηλεοράσεως
examples
- λυχνία BunsenBunsenbrennerαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- λυχνία LEDLED-Lampeθηλυκό | Femininum, weiblich f
- λυχνία UVUV-Lampeθηλυκό | Femininum, weiblich f
hide examplesshow examples