„λεπτοδείκτης“: αρσενικό λεπτοδείκτης [leptoˈðiktis]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Minutenzeiger Minutenzeigerαρσενικό | Maskulinum, männlich m λεπτοδείκτης λεπτοδείκτης