„Λίχτενσταϊν“: ουδέτερο Λίχτενσταϊν [ˈlixtenstain]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Liechtenstein Liechtensteinουδέτερο | Neutrum, sächlich n Λίχτενσταϊν Λίχτενσταϊν