„κωμειδύλλιο“: ουδέτερο κωμειδύλλιο [komiˈðilio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Singspiel Singspielουδέτερο | Neutrum, sächlich n κωμειδύλλιο μουσ κωμειδύλλιο μουσ