„Κυκλάδες“: πληθυντικός θηλυκού Κυκλάδες [kjiˈklaðes]πληθυντικός θηλυκού | Femininum Plural fpl Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Kykladen Kykladenπληθυντικός | Plural pl Κυκλάδες Κυκλάδες